- υπόβαθρος
- -ον, ΜΑτοποθετημένος σε βάθρο, σε βάση, υπερυψωμένος («τὸ κιβούριόν ἐστιν ἀντὶ τοῡ τόπου ἔνθα ἐσταυρώθη ὁ Χριστόςἐγγὺς γὰρ ἦν ὁ τόπος καὶ ὑπόβαθρος ὅπου ἐτάφη», Βασ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + βάθρον].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ciborium (architecture) — Ciborium of Sant Ambrogio, Milan; note the rods for curtains. The columns are probably 4th century, the canopy 9th, 10th or 12th century.[1] In ecclesiastical architecture, a ciborium ( ciborion : κιβωρι … Wikipedia
υπόβαθρο — το / ὑπόβαθρον, ΝΜΑ νεοελλ. 1. στήριγμα, υποστήριγμα, στυλοβάτης, βάση πάνω στην οποία στηρίζεται μια κατασκευή ή ένα φυσικό ή τεχνητό σύστημα 2. (γεωλ. πετρογρ.) το στερεό πέτρωμα που βρίσκεται κάτω από άμμους, ιλύ, αργίλους ή άλλα χαλαρά… … Dictionary of Greek